'μελάνωμα, κακόηθες μελάνωμα'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : μελάνωμα, κακόηθες μελάνωμα
Αγγλικά : melanoma, malignant melanoma
Σημασία : Κακόηθες νεόπλασμα των μελανοκυττάρων.
Α. μελάνωμα
Σημασία : (ιατρ.) γενική ονομασία όγκων που σχηματίζονται από κύτταρα τα οποία παράγουν και εναποθηκεύουν μελανίνη: Kακοήθη / καλοήθη μελανώματα.
Ετυμολογία : λόγ. < διεθ. melanoma < melan- < αρχ. μελαν- (μέλας) `μαύρος΄ -oma = -ωμα
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
μελάνωμα
μεταστατικό μελάνωμα
Σχετικά κείμενα
7 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 1.43 δευτερόλεπτα