'σκολίωση του ρινικού διαφράγματος'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : σκολίωση του ρινικού διαφράγματος
Α. νόσημα
Σημασία : διαταραχή της ομαλής λειτουργίας ενός οργάνου ή συστήματος του οργανισμού: Aφροδίσιο ~. Kαρδιακά νοσήματα. Λοιμώδη / δερματικά νοσήματα, νόσοι, ασθένειες. Παιδικά / ψυχικά / μεταδοτικά νοσήματα, νόσοι, ασθένειες, αρρώστιες. Xρόνιο / ανίατο ~, νόσος, πάθηση.
Ετυμολογία : λόγ. < αρχ. νόσημα
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
σκολίωση/scoliosis
συγγενής σκολίωση
Σχετικά κείμενα
1 αποτέλεσμα βρέθηκε
Χρόνος αναζήτησης : 1.15 δευτερόλεπτα