Αναζήτηση / Search

  

 

'βρογχικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : βρογχικός
Αγγλικά : bronchial


Α. βρογχικός -ή -ό

Σημασία : που ανήκει ή που αναφέρεται στους βρόγχους: Bρογχικές φλέβες. Bρογχικό φύσημα / άσθμα. Bρογχικό δέντρο*. || (ως ουσ.) τα βρογχικά, πάθηση των βρόγχων.

Ετυμολογία : λόγ. βρόγχ(ος) -ικός μτφρδ. νλατ. bronchialis < αρχ. τά βρογχί(α) `βρόγχοι΄ -alis

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

άσθμα, βρογχικό άσθμα, αλλεργικό άσθμαβρογχική αρτηρίαβρογχική έκκριση, έκκριση των βρόγχωνβρογχική έκπλυση, έκπλυση των βρόγχωνβρογχική πρόκληση, πρόκληση των βρόγχωνβρογχική υπεραντιδραστικότητα, υπεραντιδραστικότητα των βρόγχωνβρογχικό αδένωμα, αδένωμα των βρόγχωνβρογχικό δέντροβρογχικό επιθήλιο, επιθήλιο των βρόγχωνβρογχικός ερεθισμός, ερεθισμός των βρόγχωνβρογχικός ήχος της αναπνοήςβρογχικός χολινεργικός υποδοχέας



Σχετικά κείμενα

8 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.64 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία