Αναζήτηση / Search

  

 

'γλυκολυτική οδός, οδός της γλυκόλυσης'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : γλυκολυτική οδός, οδός της γλυκόλυσης
Αγγλικά : glucolytic pathway


Α. κρόκος

Σημασία : το κίτρινο μέρος του αυγού.

Ετυμολογία : ελνστ. κρόκος < αρχ. κρόκος (δες κρόκος 1) από την ομοιότητα του χρώματος

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

άπω νεφρικό σωληνάριο, άπω σωληνάριονεφρική αγενεσία, αγενεσία των νεφρώννεφρική αιματική ροήνεφρική αιμάτωσηνεφρική ανεπάρκειανεφρική αρτηρίανεφρική βιοψίανεφρική γλυκοζουρίανεφρική δεϋδροπεπτιδάσηνεφρική δυσλειτουργίανεφρική δυσπλασίανεφρική κάθαρσηνεφρική κάψανεφρική κυκλοφορίανεφρική κύστη, κύστη του νεφρούνεφρική λειτουργίανεφρική λοίμωξηνεφρική οστεοδυστροφίανεφρική πύελοςνεφρική σωληναριακή οξέωσηνεφρική υποπλασίανεφρική φλέβανεφρικό αγγείο, αγγείο του νεφρούνεφρικό αιμοφόρο αγγείο, αιμοφόρο αγγείο του νεφρούνεφρικό αλλομόσχευμανεφρικό απόστημανεφρικό αρτηριόλιο, αρτηριόλιο του νεφρούνεφρικό έμφρακτο, έμφρακτο του νεφρούνεφρικό κύτταρονεφρικό μόσχευμανεφρικό παρέγχυμα, παρέγχυμα του νεφρούνεφρικό σωληνάριο, σωληνάριο του νεφρού, ουροφόρο σωληνάριο του νεφρού, ουροφόρο σωληνάριονεφρικός/renalνεφρικός κάλυκαςνεφρικός κολικός, κολικός του νεφρού, κολικός των νεφρώννεφρόλιθος, νεφρικός λίθοςνεφροπάθεια, νεφρική νόσος, νόσος του νεφρούνεφροσκλήρυνση, νεφρική σκλήρυνσηνεφροτοξικότητα, νεφρική τοξικότηταολιγουρική νεφρική ανεπάρκειαοξεία νεφρική ανεπάρκεια, ΟΝΑχρόνια νεφρική ανεπάρκεια, ΧΝΑ



Σχετικά κείμενα

3 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 0.06 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία