Αναζήτηση / Search

  

 

'θυρεοειδική ορμόνη, ορμόνη του θυρεοειδούς αδένα, θυρεοειδής ορμόνη'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : θυρεοειδική ορμόνη, ορμόνη του θυρεοειδούς αδένα, θυρεοειδής ορμόνη
Αγγλικά : thyroid hormone




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

άνω θυρεοειδική αρτηρίαθυρεοειδικό κύτταρο, κύτταρο του θυρεοειδούς αδέναθυρεοειδικόςθυρεοειδικός χόνδρος, χόνδρος του θυρεοειδούς αδένα]θυρεοειδοπάθεια, θυρεοειδική νόσος, νόσος του θυρεοειδούς αδένακαρκίνος του θυρεοειδούς αδένα, θυρεοειδικός καρκίνοςλοβός του θυρεοειδούς αδένα, θυρεοειδικός λοβός



Σχετικά κείμενα

14 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.89 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία