'ακτινογραφικός'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : ακτινογραφικός
Αγγλικά : radiographic
Α. θωρακικός -ή -ό
Σημασία : που βρίσκεται στο θώρακα1 ή γενικά έχει σχέση με αυτόν: Θωρακικοί σπόνδυλοι / μύες. Θωρακική αορτή. Θωρακικές αρτηρίες. Θωρακικά νεύρα. Θωρακική χώρα, ο θώρακας.
Ετυμολογία : λόγ. θωρακ- (θώραξ) -ικος (διαφ. το ελνστ. θωρακικός `που υποφέρει στο θώρακα΄)
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
δορυφορική επικοινωνία
δορυφορικό DNA
δορυφορικός/satellite
Σχετικά κείμενα
31 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 0.31 δευτερόλεπτα