Αναζήτηση / Search

  

 

'ενδοθωρακικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : ενδοθωρακική πίεση
Αγγλικά : intrathoracic pressure


Α. καρδιοχειρουργικός -ή -ό

Σημασία : που έχει σχέση με τον καρδιοχειρούργο ή με την καρδιοχειρουργική.

Ετυμολογία : λόγ. καρδιοχειρούργ(ος) -ικός

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

καρδιοχειρουργικός/cardiosurgic



Σχετικά κείμενα

7 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 0.79 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία