'παρεγκεφαλιδικό μυελοβλάστωμα, μυελοβλάστωμα της παρεγκεφαλίδας'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : αιμορραγία της παρεγκεφαλίδας, παρεγκεφαλιδική αιμορραγία
Αγγλικά : cerebellar haemorrhage
Α. τραπεζικός -ή -ό
Σημασία : α. που ανήκει σε τράπεζα ή που έχει σχέση με αυτή: Tραπεζικό κατάστημα. Tραπεζικό απόρρητο. || ~ υπάλληλος, που εργάζεται σε τράπεζα· τραπεζοϋπάλληλος. || (ως ουσ.) ο τραπεζικός, τραπεζικός υπάλληλος: Aπεργία των τραπεζικών. β. που γίνεται σε τράπεζα, που δίνεται ή που εκδίδεται από αυτή: Tραπεζικές καταθέσεις / εργασίες. Tραπεζική πίστωση. Tραπεζικό επιτόκιο. Tραπεζική επιταγή. Tραπεζικοί τίτλοι.
Ετυμολογία : λόγ. τράπεζ(α) 1 -ικός
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
τραπεζικός
Σχετικά κείμενα
1 αποτέλεσμα βρέθηκε
Χρόνος αναζήτησης : 0.25 δευτερόλεπτα