Αναζήτηση / Search

  

 

'θωρακικό άλγος'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : ανώτερο θωρακικό νεύρο
Αγγλικά : upper thoracic nerve


Α. φαρυγγικός -ή -ό

Σημασία : που ανήκει, που αναφέρεται στο φάρυγγα: Φαρυγγικό πλέγμα. Φαρυγγική κοιλότητα. || (γλωσσ.) φαρυγγικά σύμφωνα, που αρθρώνονται στο φάρυγγα.

Ετυμολογία : λόγ. φαρυγγ- (δες φάρυγγας) -ικός

Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

φαρυγγικός/pharyngeal, pharyngal



Σχετικά κείμενα

5 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 0.65 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία