'εκλεκτικός αναστολέας φωσφοδιεστεράσης 1'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : εκλεκτικός αναστολέας φωσφοδιεστεράσης 1
Αγγλικά : phosphodiesterase 1-selective inhibitor
Α. πνευμονικός -ή -ό
Σημασία : που ανήκει ή που αναφέρεται στους πνεύμονες: Πνευμονική αρτηρία / συμφόρηση / πάθηση. Πνευμονικό οίδημα.
Ετυμολογία : λόγ. < αρχ. πνευμονικός
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
πνευμονικός/pulmonary, pulmonic
Σχετικά κείμενα
38 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 2.28 δευτερόλεπτα