'τάση'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : λιποθυμική τάση, τάση λιποθυμίας, τάση για λιποθυμία
Α. θερμορρυθμιστικός -ή -ό
Σημασία : που έχει σχέση με τη θερμορρύθμιση: ~ μηχανισμός.
Ετυμολογία : λόγ. θερμο- + ρυθμιστικός μτφρδ. διεθ. thermo- = θερμο- + regulatory = ρυθμιστικός (για τη γραφή -ρρ- δες στο απορρυθμίζω)
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
θερμορυθμιστικός, θερμορρυθμιστικός
Σχετικά κείμενα
3 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 0.84 δευτερόλεπτα