Αναζήτηση / Search

  

 

'βλαστικός'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : βλαστική πέμφιγα

Σημασία : Παραλλαγή της κοινής πέμφιγας, που παρατηρείται συχνά σε περιπτώσεις που παρουσιάζουν αντίσταση στη θεραπεία.

Πηγή : Μαθήματα Δερματολογίας - Αφροδισιολογίας
Κλινική Αφροδίσιων και Δερματικών Νόσων, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Νοσοκομείο "Α. Συγγρός"
Επιμέλεια - Συντονισμός : Καθηγητής Ανδρέας Δ. Κατσάμπας
Ιατρικές Εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης





Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

β-υπομονάδα/b-subunit, β-subunit



Σχετικά κείμενα

7 αποτελέσματα βρέθηκαν

Χρόνος αναζήτησης : 1.12 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία