Αναζήτηση / Search

  

 

'έμμηνος'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : έμμηνη ρύση, εμμηνορρυσία, εμμηνόρροια, περίοδος
Αγγλικά : menstruation

Σημασία : Προοδευτική απόπτωση του ενδομητρίου, στα πλαίσια των ορμονικών μεταβολών του καταμήνιου κύκλου, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί κύηση, που εκδηλώνεται υπό τη μορφή αιμόρροιας από τη μήτρα.

Πηγή : Μαιευτική και Γυναικολογία
Καθηγητής Κρεατσάς Γεώργιος
Ιατρικές Εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης





Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

απόφραξη του παχέος εντέρου



Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα

Χρόνος αναζήτησης : 0.54 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία