Αναζήτηση / Search

  

 

'οστεοπορωτικό κάταγμα, κάταγμα από οστεοπόρωση'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : οστεοπορωτικό κάταγμα, κάταγμα από οστεοπόρωση
Αγγλικά : osteoporotic fracture




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

οστεοπορωτικός/osteoporotic



Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα

Χρόνος αναζήτησης : 1.28 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία