Αναζήτηση / Search

  

 

'κυτταροκαλλιέργεια, καλλιέργεια κυττάρων, κυτταρική καλλιέργεια'

Αντίστοιχα λήμματα λεξικού

1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : κυτταροκαλλιέργεια, καλλιέργεια κυττάρων, κυτταρική καλλιέργεια

Σημασία : Ιστοκαλλιέργεια, όπου τα κύτταρα δεν διατηρούν τη χαρακτηριστική οργάνωση του ιστού από τον οποίο προέρχονται.




Παρεμφερείς όροι αναζήτησης

αντισωματοεξαρτώμενη κυτταρική κυτταροτοξικότητααπόπτωση, προγραμματισμένος κυτταρικός θάνατοςεξωτερική κυτταρική μάζα, έξω κυτταρική μάζαεσωτερική κυτταρική μάζα, έσω κυτταρική μάζακυτταρική αναπνοήκυτταρική ανάπτυξη, ανάπτυξη του κυττάρου, ανάπτυξη των κυττάρωνκυτταρική ανοσίακυτταρική ατυπία, ατυπία των κυττάρωνκυτταρική βιολογία, βιολογία του κυττάρουκυτταρική διαίρεση, διαίρεση του κυττάρου, διαίρεση των κυττάρωνκυτταρική διαφοροποίηση, διαφοροποίηση του κυττάρου, διαφοροποίηση των κυττάρωνκυτταρική δραστηριότητα, δραστηριότητα του κυττάρου, δραστηριότητα των κυττάρωνκυτταρική επιβίωση, επιβίωση των κυττάρωνκυτταρική επιφάνειακυτταρική μεμβράνη, μεμβράνη του κυττάρου, μεμβράνη των κυττάρων, πλασματική μεμβράνηκυτταρική μορφολογίακυτταρική σειρά, σειρά κυττάρωνκυτταρική τρανσγλουταμινάσηκυτταρικό συστατικό, συστατικό του κυττάρου, συστατικό των κυττάρωνκυτταρικό σώμακυτταρικό τοίχωμακυτταρικός/cellularκυτταρικός θάνατος, θάνατος του κυττάρουκυτταρικός κύκλοςκυτταρικός πληθυσμός, πληθυσμός κυττάρωνκυτταρικός υποδοχέαςκυτταροσκελετός, κυτταρικός σκελετός, σκελετός του κυττάρουκυτταροτοξικότητα, κυτταρική τοξικότηταοργανίδιο, κυτταρικό οργανίδιο, οργανίδιο του κυττάρουπυρήνας του κυττάρου, κυτταρικός πυρήνας



Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα

Χρόνος αναζήτησης : 0.87 δευτερόλεπτα


Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία