'δερματική μυκητίαση, μυκητίαση του δέρματος'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : δερματική μυκητίαση, μυκητίαση του δέρματος
Αγγλικά : cutaneous mycosis
Α. ενεστώς -ώσα -ώς
Σημασία : (λόγ.) που είναι στο παρόν, τώρα: H ενεστώσα διεθνής κατάσταση, η παρούσα. || συνήθ.: Tο ~ έτος (ε.έ), το παρόν, το τρέχον: Στις 5 Mαΐου ε.έ. (ενεστώτος έτους).
Ετυμολογία : λόγ. < αρχ. ἐνεστώς
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
δερματική βλάβη, βλάβη του δέρματος
δερματική βλαστομύκωση, βλαστομύκωση του δέρματος
δερματική καντιντίαση, καντιντίαση του δέρματος
δερματική κοκκιδιοειδομύκωση, κοκκιδιοειδομύκωση του δέρματος
δερματική κρυπτοκόκκωση, κρυπτοκόκκωση του δέρματος
δερματική λεϊσμανίαση, λεϊσμανίαση του δέρματος
δερματική λοίμωξη, λοίμωξη του δέρματος
δερματική μουκορμύκωση, μουκορμύκωση του δέρματος
δερματική μπαρτονέλλωση, δερματοβλεννογόνια μπαρτονέλλωση
δερματική νοκαρδίαση, νοκαρδίαση του δέρματος
δερματικό απόστημα
δερματικός/cutaneous, dermal
δερματικός άνθρακας
δερματικός ερεθισμός, ερεθισμός του δέρματος
δερματοπάθεια, νόσος του δέρματος, δερματική νόσος
μυκητίαση του δέρματος, δερματική μυκητίαση, δερματομύκωση
Σχετικά κείμενα
1 αποτέλεσμα βρέθηκε
Χρόνος αναζήτησης : 1.23 δευτερόλεπτα