'πλανητικός'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)
Ελληνικά : πλανητικός
Α. πλανητικός -ή -ό
Σημασία : που αναφέρεται ή που ανήκει στους πλανήτες: Πλανητικό σύστημα, το σύνολο των πλανητών που κινούνται γύρο από τον Ήλιο ή από έναν αστέρα. Πλανητικό νεφέλωμα. Πλανητικές αποστάσεις / θερμοκρασίες.
Ετυμολογία : λόγ. < ελνστ. πλανητικός `που αναφέρε ται σε πλανήτη΄ & σημδ. γαλλ. planétaire (< λατ. planeta < αρχ. πλανήτης)
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
πλανητικό σύστημα, σύστημα των πλανητών
Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα
Χρόνος αναζήτησης : 1.26 δευτερόλεπτα