Αναζήτηση / Search
'κληρονομικός'Αντίστοιχα λήμματα λεξικού 1. (Επίθετο/Επίρρημα/Αντωνυμία)Ελληνικά : κληρονομικόςΑγγλικά : hereditaryΑ. κληρονομικός -ή -όΣημασία : που ανήκει, που αναφέρεται ή που έχει σχέση με την κληρονομικότητα: Kληρονομική ασθένεια. Kληρονομική μεταβίβαση. Πέφτουν νωρίς τα μαλλιά του· είναι κληρονομικό τους. Ετυμολογία : λόγ. < κληρονομικός 1 σημδ. γαλλ. héréditaireΠηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής NεοελληνικήςΙνστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη ΤριανταφυλλίδηΕπιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησηςαγγειονευρωτικό οίδημα, κληρονομικό αγγειοοίδημαγενετική προδιάθεση, κληρονομική προδιάθεσηκληρονομική αιμολυτική αναιμίακληρονομική αιμοχρωμάτωσηκληρονομική ανοσοανεπάρκειακληρονομική αταξίακληρονομική δυσανεξία στην φρουκτόζηκληρονομική ελλειπτοκυττάρωσηκληρονομική ερυθροποιητική πορφυρίακληρονομική κοπροπορφυρίακληρονομική μεθαιμοσφαιριναιμίακληρονομική μυοπάθειακληρονομική νεφροπάθειακληρονομική νόσοςκληρονομική ξανθινουρίακληρονομική σφαιροκυττάρωσηκληρονομική υπερχοληστερολαιμίακληρονομική υπογαμμασφαιριναιμίακληρονομικό λεμφοίδημακληρονομικός
Σχετικά κείμενα 42 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 3.14 δευτερόλεπτα
Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνώνΕπιστροφή στην αρχική σελίδα - Επικοινωνία
Λεξικό
×