'δερματική λεϊσμανίαση, λεϊσμανίαση του δέρματος'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : δερματική λεϊσμανίαση, λεϊσμανίαση του δέρματος
Αγγλικά : cutaneous leishmaniasis
Σημασία : Δερματική λοίμωξη, που οφείλεται στη Leishmania tropica. Μεταδίδεται με το τσίμπημα ενός είδους φλεβοτόμων και προσβάλλονται συνήθως τα ακάλυπτα μέρη του σώματος. Διακρίνονται δύο μορφές: η υγρή και η ξηρή μορφή.
Πηγή : Μαθήματα Δερματολογίας - Αφροδισιολογίας
Κλινική Αφροδίσιων και Δερματικών Νόσων, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Νοσοκομείο "Α. Συγγρός"
Επιμέλεια - Συντονισμός : Καθηγητής Ανδρέας Δ. Κατσάμπας
Ιατρικές Εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
δερματική βλάβη, βλάβη του δέρματος
δερματική βλαστομύκωση, βλαστομύκωση του δέρματος
δερματική καντιντίαση, καντιντίαση του δέρματος
δερματική κοκκιδιοειδομύκωση, κοκκιδιοειδομύκωση του δέρματος
δερματική κρυπτοκόκκωση, κρυπτοκόκκωση του δέρματος
δερματική λοίμωξη, λοίμωξη του δέρματος
δερματική μουκορμύκωση, μουκορμύκωση του δέρματος
δερματική μπαρτονέλλωση, δερματοβλεννογόνια μπαρτονέλλωση
δερματική μυκητίαση, μυκητίαση του δέρματος
δερματική νοκαρδίαση, νοκαρδίαση του δέρματος
δερματικό απόστημα
δερματικός/cutaneous, dermal
δερματικός άνθρακας
δερματικός ερεθισμός, ερεθισμός του δέρματος
δερματοπάθεια, νόσος του δέρματος, δερματική νόσος
μυκητίαση του δέρματος, δερματική μυκητίαση, δερματομύκωση
Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα
Χρόνος αναζήτησης : 1.31 δευτερόλεπτα