'απαραίτητος'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : απαραίτητη προϋπόθεση
Α. πρωτοπαθής -ής -ές
Σημασία : (ιατρ., για πάθηση, νόσημα κτλ.) που δεν οφείλεται σε άλλη πάθηση.
Ετυμολογία : λόγ. πρωτο(πάθεια) -παθής (αναδρ. σχημ.) < γαλλ. protopathie (ουσ.) < proto- = πρωτο- + -pathie = -πάθεια
Πηγή : Ηλεκτρονικό Λεξικό της Kοινής Nεοελληνικής
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - Ίδρυμα Μανώλη Τριανταφυλλίδη
Επιστημονικός Yπεύθυνος : I. N. Kαζάζης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
πρωτοπαθής/protopathic
Σχετικά κείμενα
23 αποτελέσματα βρέθηκαν
Χρόνος αναζήτησης : 1.54 δευτερόλεπτα