'πρωτοπαθής βακτηριακή περιτονίτιδα, αυτόματη βακτηριακή περιτονίτιδα'
Αντίστοιχα λήμματα λεξικού
1. (Ουσιαστικό)
Ελληνικά : πρωτοπαθής βακτηριακή περιτονίτιδα, αυτόματη βακτηριακή περιτονίτιδα
Σημασία : Μορφή βακτηριακής περιτονίτιδας, όπου δεν διαπιστώνεται ενδοκοιλιακή αιτία για τη λοίμωξη, η οποία εκδηλώνεται συνηθέστερα σε ασθενείς με κιρρωτικό ασκίτη και σπανιότερα με οξεία ηπατική ανεπάρκεια ή με συστηματικό ερυθηματώδη λύκο.
Πηγή : Παθολογία
Διδακτικό και Ερευνητικό Προσωπικό του Τομέως Παθολογίας
Ιατρικές Εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης
Παρεμφερείς όροι αναζήτησης
ιδιοπαθής υπέρταση, πρωτοπαθής υπέρταση
πρωτοπαθές γλαύκωμα
πρωτοπαθές σύνδρομο Sjögren
πρωτοπαθής/protopathic
πρωτοπαθής αμηνόρροια, πρωτογενής αμηνόρροια
πρωτοπαθής αμυλοείδωση
πρωτοπαθής δυσμηνόρροια, πρωτογενής δυσμηνόρροια
πρωτοπαθής οξάλωση
πρωτοπαθής πνευμονική υπέρταση
πρωτοπαθής πολυδιψία, πρωτογενής πολυδιψία
πρωτοπαθής σκληρυντική χολαγγειίτιδα
πρωτοπαθής υπεραλδοστερονισμός, πρωτοπαθής αλδοστερονισμός, σύνδρομο Conn, πρωτογενής υπεραλδοστερονισμός, πρωτογενής αλδοστερονισμός
πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός
πρωτοπαθής υπερχοληστερολαιμία
πρωτοπαθής χολική κίρρωση, ΠΧΚ
συγγενής ανοσοανεπάρκεια, πρωτοπαθής ανοσοανεπάρκεια
Δεν υπάρχουν επί του παρόντος σχετικά κείμενα
Χρόνος αναζήτησης : 0.92 δευτερόλεπτα