Αναζήτηση / Search

  
Ο ρόλος του μικροβιακού παράγοντα στις καθ'έξιν αποβολές
Ο ρόλος του μικροβιακού παράγοντα στις καθ'έξιν αποβολές
Ο ρόλος του μικροβιακού παράγοντα στις καθ'έξιν αποβολές
Ο ρόλος του μικροβιακού παράγοντα στις καθ'έξιν αποβολές
Ο ρόλος του μικροβιακού παράγοντα στις καθ'έξιν αποβολές
Ο ρόλος του μικροβιακού παράγοντα στις καθ'έξιν αποβολές
Ο ρόλος του μικροβιακού παράγοντα στις καθ'έξιν αποβολές

 

 

 

 

Περιεχόμενα/Contents

Αιτιολογία και θεραπευτική αντιμετώπιση των καθ'έξιν αποβολών
• 1. Φυσιολογία της κύησης
• Μεταβολές γονιμοποιημένου ωαρίου μέχρι την εμφύτευση
• Έκτοπη κύηση
• Η επίδραση των αυξητικών παραγόντων και των κυτταροκινών στην εμφυτευτική διαδικασία του ενδομητρίου
• Κύτταρα και ουσίες που συμβάλλουν στη λειτουργικότητα του ενδομητρίου
• Πρώιμη εμβρυϊκή περίοδος
• Όψιμη εμβρυϊκή περίοδος
• Εμβρυολογία γεννητικού συστήματος του θήλεος
• Αυτόματη αποβολή
• Καθ’ έξιν αποβολές
• 2. Ανατομικά αίτια, γενετικά αίτια και καθ'έξιν αποβολές
• Γενετικά αίτια
• Ανατομικά αίτια
• Ινομυώματα και καθ’έξιν αποβολές
• Συμφύσεις και καθ’έξιν αποβολές
• Πολύποδες ενδομητρίου και ο ρόλος τους στις καθ’έξιν αποβολές
• Ανεπάρκεια του τραχήλου της μήτρας
• 3. Ενδοκρινολογικά αίτια και καθ'έξιν αποβολές
• Ανεπάρκεια ωχρού σωματίου
• Πολυκυστικές ωοθήκες και καθ’έξιν αποβολές
• Θυρεοειδής και καθ’έξιν αποβολές
• Προλακτίνη (PRL)
• Ο ρόλος της προλακτίνης στην αιτιολογία των καθ’έξιν αποβολών
• Σακχαρώδης διαβήτης και καθ’έξιν αποβολές
• 4. Ο ρόλος του μικροβιακού παράγοντα στις καθ'έξιν αποβολές και άλλοι παράγοντες κινδύνου
• Ο ρόλος του μικροβιακού παράγοντα στις καθ’έξιν αποβολές
• Ο ρόλος του Chlamydia trachomatis στις καθ’έξιν αποβολές
• Ο ρόλος του Toxoplasma Gondii στις καθ’ έξιν αποβολές
• Μυκοπλασματικός αποικισμός του γυναικείου γεννητικού συστήματος ως αιτία καθ’ έξιν αποβολών
• Ο ρόλος της μη ειδικής βακτηριακής κολπίτιδας στις καθ’έξιν αποβολές
• Ο ρόλος της Listeria monocytogenes στις καθ’έξιν αποβολές
• Ο ρόλος του CMV στις καθ’έξιν αποβολές
• Συμπέρασμα
• Ο ρόλος διαφόρων άλλων παραγόντων κινδύνου στις καθ’έξιν αποβολές
• 5. Αυτοάνοσα νοσήματα - αλλοάνοσα νοσήματα και καθ'έξιν αποβολές
• Αυτοάνοσα νοσήματα – αλλοάνοσα νοσήματα και καθ’έξιν αποβολές
• Κύτταρα φυσικής και επίκτητης ανοσίας
• MHC Μείζον σύστημα ιστοσυμβατότητας
• Η εμβρυομητρική ανοσολογική σχέση
• HLA σύστημα, Τ-κύτταρα, ΝΚ-κύτταρα και ανοσοβιολογία της κύησης
• ΣΕΛ και επαπειλούμενες αυτόματες αποβολές
• Αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο και επιπλοκές κύησης
• Νόσος Graves
• Θυρεοειδίτιδα Hashimoto
• Εγκυμοσύνη και αυτοάνοσες παθήσεις του θυρεοειδούς
• Σκληρόδερμα
• Ρευματοειδής αρθρίτιδα
• Σύνδρομο Sjogren
• Αγγειίτιδες
• Μυασθένεια Gravis
• Ενδομητρίωση
• Αλλοάνοσα νοσήματα και επαπειλούμενες αυτόματες αποβολές
• Διάγνωση αλλοάνοσων και αυτοάνοσων καθ’ έξιν αποβολών
• Θεραπευτική αντιμετώπιση αλλοάνοσων αιτίων
• 6. Η θρομβοφιλία ως αίτιο καθ'έξιν αποβολών
• Η θρομβοφιλία ως αίτιο καθ’έξιν αποβολών
• Θρομβοφιλία και εγκυμοσύνη
• Παθογένεια της θρομβοφιλίας στις καθ’έξιν αποβολές
• Διάγνωση – προσυμπτωματικός έλεγχος (screening)
• Θεραπεία

 

Παρ’ όλη την έρευνα και τις δραματικές αποκαλύψεις δεκαετιών, ο βασικός στόχος της εποχής των αντιβιοτικών παραμένει ανεκπλήρωτος. Σε έναν ιδανικό κόσμο, ο μικροβιολόγος θα είχε ένα αποτελεσματικό αντιβιοτικό για κάθε παθογόνο μικροοργανισμό και θα έβρισκε τη θεραπεύσιμη μικροβιακή αιτία για σχεδόν κάθε ασθένεια. Οι καθ’ εξιν αποβολές είναι ένα πεδίο της Ιατρικής, που χαρακτηρίζεται ιστορικά από την εκτενή αλλά μόνο εν μέρει ικανοποιητική έρευνα για υπαίτιους μικροβιακούς παράγοντες. Έχουν βρεθεί συσχετίσεις αλλά κοινές μικροβιακές αιτίες που να προκαλούν το σύνδρομο καθ’ έξιν αποβολών δεν έχουν επιβεβαιωθεί. Οι λοιμώξεις σήμερα θεωρούνται σπάνιο αίτιο καθ΄ έξιν αποβολών.

Νωρίς στη μικροβιακή εποχή είδη Βρουκέλλας παρατηρήθηκε να προκαλούν αποβολή σε αγελάδες, κατσίκες και πρόβατα. Το 1917 ο De Forest παρατήρησε καθ’ έξιν αποβολές σε γυναίκες που εκτέθηκαν σε οικόσιτα ζώα με βρουκέλλωση. Η εξέταση ανθρωπίνων κυημάτων τον έπεισε ότι οι καθ’ έξιν αποβολές οφείλονταν στα ίδια είδη βρουκέλλας που είχαν προκαλέσει επιδημικές αποβολές στον τοπικό πληθυσμό βοοειδών. Διάφοροι ερευνητές μελέτησαν τα ευρήματα του De Forest και η συσχέτιση αυτή αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης για πολλά χρόνια. Σήμερα σπάνια παρατηρείται χρόνια βρουκέλλωση χωρίς θεραπευτική αντιμετώπιση. Πρόσφατη έρευνα έχει δείξει ότι η οξεία βρουκέλλωση σπάνια προκαλεί αποβολή, κυρίως λόγω της απουσίας ερυθριτόλης στον ανθρώπινο πλακούντα. Αντίθετα ο πλακούντας αρκετών οικόσιτων ζώων περιέχει ερυθριτόλη, έναν αναγκαίο παράγοντα για την τοπική εγκατάσταση του παθογόνου. Σε προσβεβλημένα ζώα, η λοίμωξη του πλακούντα μεταδίδεται στο έμβρυο, προκαλώντας εμβρυϊκό θάνατο ή αυτόματη αποβολή. Αντίθετα στον άνθρωπο η επέκταση της λοίμωξης στο έμβρυο είναι λιγότερο πιθανή, λόγω του μειωμένου κινδύνου προσβολής του πλακούντα. Έχουν όμως αναφερθεί στη βιβλιογραφία μεμονωμένα περιστατικά αυτόματης αποβολής σε γυναίκες, που οφείλονται σε οξεία βρουκέλλωση.

Τα είδη βρουκέλλας προκαλούν αποβολή στους ανθρώπους στον ίδιο περίπου βαθμό όπως κάθε άλλος μικροοργανισμός που μπορεί να προκαλέσει βακτηριαιμία, με συνεπακόλουθο κίνδυνο αμνιονίτιδας που μπορεί να οδηγήσει σε αυτόματη αποβολή. Παρόλο που η αντίληψη του De Forest, ότι η βρουκέλλωση είναι ένα κοινό μικροβιακό αίτιο αποβολής αποδείχτηκε λανθασμένη, αποτέλεσε το έναυσμα για εκτενέστερη έρευνα για άλλους μικροοργανισμούς που μπορεί να είναι υπεύθυνοι για καθ’ έξιν αποβολές στον άνθρωπο.

Μηχανισμοί αποβολής σε λοίμωξη

Πολλοί παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί έχουν προταθεί για τον τρόπο που ένας λοιμώδης παράγοντας μπορεί να προκαλέσει αυτόματη αποβολή. Τοξικά μεταβολικά παραπροϊόντα, ενδοτοξίνες, εξωτοξίνες ή εκλυόμενες κυτοκίνες ίσως να έχουν άμεση δράση στη μήτρα ή στο κύημα. Εναλλακτικά, η εμβρυϊκή λοίμωξη μπορεί να οδηγήσει σε εμβρυϊκό θάνατο ή σε διαταραχές της εμβρυϊκής ανάπτυξης, ασύμβατες με τη βιωσιμότητα του εμβρύου. Η πλακουντιακή λοίμωξη ίσως να προκαλεί ανεπάρκεια του πλακούντα και ως επακόλουθο εμβρυϊκό θάνατο. Η χρόνια διαταραχή του ενδομητρίου μπορεί να προκαλέσει διαταραχές στη διαδικασία της εμφύτευσης. Η αμνιονίτιδα στο πρώτο τρίμηνο της κύησης ίσως διαδραματίζει ρόλο παρόμοιο με αυτό της χοριοαμνιονίτιδας στο τρίτο τρίμηνο της κύησης, οδηγώντας σε πρόωρο τοκετό.

Στον πίνακα 1 απεικονίζονται οι προτεινόμενοι παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί αυτόματης αποβολής και τα αντίστοιχα παθογόνα μικρόβια για τον καθένα από αυτούς. Παρόλο που όλοι οι αναφερόμενοι στον πίνακα μικροοργανισμοί μπορούν να προκαλέσουν οξεία λοίμωξη, λίγοι μόνο μπορούν να προκαλέσουν χρόνια ασθένεια στη μητέρα, αρκετά σοβαρή για να αποτελέσει αίτιο καθ’ έξιν αποβολών.

Πίνακας 1: Μηχανισμοί πρόκλησης αυτόματης αποβολής ανάλογα με το μικροοργανισμό

Μηχανισμοί

Μικρόβια

Εμβρυοτοξικότητα / εμβρυοπάθεια

Ερυθρά*., Παρβοϊός Β19*, Coxsackie B*, VZV, χρόνιος CMV, HSV, Σύφιλη, νόσος του Lyme

Συμφόρηση πλακούντα

Ελονοσία

Ενδομητρίτιδα / ενδοτραχηλίτιδα

Χλαμύδια, U. urealyticum

Χοριοαμνιονίτιδα ή μολυσμένη IUD

Διάφοροι κοινοί gram (-) και gram (+) μικροοργανισμοί*, Listeria monocytogenes

* Οι μικροοργανισμοί αυτοί δεν προκαλούν χρόνιες λοιμώξεις

Έλεγχος για λοιμώξεις του γεννητικού συστήματος σε ασθενείς με προβλήματα αναπαραγωγής

Η επίπτωση των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων ή άλλων σοβαρών γεννητικών λοιμώξεων ποικίλει σημαντικά ανάμεσα σε διαφορετικούς πληθυσμούς ώστε το όφελος από τον έλεγχο σε ασθενείς με προβληματικό ιστορικό αναπαραγωγής για ένα συγκεκριμένο παθογόνο (όπως Neisseria gonorrhea ή Chlamydia trachomatis) καθορίζεται από τον τρόπο ζωής της ασθενούς. Δεν υπάρχει κανένα πρωτόκολλο πληθυσμιακού ελέγχου για παθογόνους μικροοργανισμούς του γεννητικού συστήματος που να μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις ασθενείς με προβλήματα αναπαραγωγής. Έγκειται εν τέλει στον κλινικό ιατρό να κρίνει το σχετικό κίνδυνο για κάθε ασθενή ξεχωριστά και να αποφασίσει τι έλεγχο να κάνει.

Για όλες τις ασθενείς όμως με προβλήματα αναπαραγωγής είναι ασφαλές να προτείνουμε ότι κάθε διαγνωσμένη κολπίτιδα ή τραχηλίτιδα πρέπει να εκτιμάται και να θεραπεύεται, αν είναι δυνατόν, για να μειωθεί ο κίνδυνος επιπλοκών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η γονόρροια σχετίζεται με πρόωρη ρήξη των μεμβρανών και χοριοαμνιονίτιδα. Τα χλαμύδια μπορούν να μεταδοθούν στο νεογνό κατά τον τοκετό προκαλώντας πνευμονία. Ο ιός του απλού έρπητα έχει ενοχοποιηθεί για πληθώρα επιπλοκών κατά την κύηση. Η βακτηριακή κολπίτιδα (bacterial vaginosis) συσχετίζεται με πρόωρο τοκετό, ενδομήτρια καθυστέρηση της ανάπτυξης, χοριοαμνιονίτιδα και ενδομητρίτιδα στη λοχεία.

Είναι σημαντικό οι λοιμώξεις του γεννητικού συστήματος της γυναίκας να διαγιγνώσκονται και να αντιμετωπίζονται σε όλες τις κυοφορούσες γυναίκες, αλλά αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν η ασθενής έχει ιστορικό στειρότητος ή ιστορικό αποβολών. Ο έλεγχος πρέπει να περιλαμβάνει λήψη ιστορικού, φυσική εξέταση, ειδικές βιοχημικές και μικροβιολογικές εξετάσεις και καλλιέργειες.

Επειδή η καλλιέργεια των χλαμυδίων είναι δύσκολη και γίνεται σε ειδικά κέντρα, έχουν επινοηθεί και χρησιμοποιούνται διαγνωστικές τεχνικές που δεν απαιτούν τη διενέργεια καλλιεργειών. Ωστόσο οι τεχνικές αυτές μπορεί να έχουν ένα απαράδεκτα υψηλό ποσοστό ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων αν χρησιμοποιηθούν σε πληθυσμούς με χαμηλή επίπτωση χλαμυδιακής λοίμωξης. Σε ένα τέτοιο πληθυσμό ίσως ο αριθμός των ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων να υπερβαίνει αυτόν των αληθώς θετικών. Έτσι όταν σε μια ασθενή ανευρίσκονται θετικά αποτελέσματα με μια τέτοια διαγνωστική τεχνική, είναι αναγκαίο η ασθενής να πληροφορηθεί ότι το αποτέλεσμα μπορεί να είναι ψευδώς θετικό και η διάγνωση πρέπει να επιβεβαιωθεί από καλλιέργεια.

Η χρόνια λοίμωξη του γεννητικού συστήματος ίσως να είναι η πιο προφανής αρχική διαταραχή ενός συστηματικού νοσήματος. Έτσι η διάγνωση της λοίμωξης ίσως να οδηγήσει σε διάγνωση σοβαρότερου συστηματικού νοσήματος. Η χρόνια καντιντίαση του κόλπου σχετίζεται με το σακχαρώδη διαβήτη και άλλες ενδοκρινοπάθειες και πιθανώς με το συστηματικό ερυθηματώδη λύκο. Οι γεννητικές λοιμώξεις από HPV σχετίζονται με τραχηλική δυσπλασία. Αυτές οι διαταραχές μπορεί να προκαλέσουν επιπλοκές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και θα ήταν καλό να διαγιγνώσκονται πριν την εγκυμοσύνη.

Η εκρίζωση του γονόκοκκου και των χλαμυδίων είναι σημαντική πριν από υστεροσαλπιγγογραφία ή υστεροσκόπηση λόγω του κινδύνου μετάδοσης της λοίμωξης στο ανώτερο γεννητικό κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Ο γενικός κίνδυνος για λοιμώδη σαλπιγγίτιδα ύστερα από υστεροσαλπιγγογραφία είναι χαμηλός αλλά σχετίζεται άμεσα με την επίπτωση των νοσημάτων του γεννητικού συστήματος στο πληθυσμό. Ο έλεγχος για γονόκοκκο και χλαμύδια είναι απαραίτητος πριν από κάθε υστεροσαλπιγγογραφία και ίσως σε πληθυσμούς υψηλού κινδύνου να είναι σκόπιμη η αντιβιοτική προφύλαξη έναντι αυτών των οργανισμών.

Κολπίτιδα, Ενδομητρίτιδα και Ενδοτραχηλίτιδα

Παλαιότερες μελέτες βρήκαν στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ μητρικής λοίμωξης από Listeria monocytogenes και αυτόματης αποβολής, όπως επίσης και προώρου τοκετού ή λοίμωξης του νεογνού. Τυπικά αυτός ο μικροοργανισμός προκαλεί ασυμπτωματικό αποικισμό του κατώτερου γεννητικού συστήματος της γυναίκας, παρόλο που μπορεί να προκύψει συμπτωματική λιστερίωση της εγκύου, που χαρακτηρίζεται από βακτηριαιμία και συμπτώματα γριππώδους συνδρομής. Η συμπτωματική λιστερίωση συνήθως περιγράφεται ως επιπλοκή του τρίτου τριμήνου της κύησης. Το απαστερίωτο αγελαδινό γάλα είναι η συνήθης πηγή της λοίμωξης, παρόλο που μια δραματική επιδημία λιστερίωσης που αναφέρθηκε σε μελέτη, συνδέθηκε με την κατανάλωση μολυσμένου τυριού. Σε αυτή την επιδημία αναφέρθηκαν 93 περιπτώσεις λιστερίωσης σε εγκύους με συνεπακόλουθο 20 εμβρυϊκούς θανάτους (22% εμβρυϊκή θνητότητα). Ο ασυμπτωματικός αποικισμός του γεννητικού συστήματος της γυναίκας από λιστέρια μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της περιγεννητικής θνησιμότητας και θνητότητας, αφού ο μικροοργανισμός αυτός είναι δυνατόν να μεταδοθεί στο νεογνό κατά τη διάρκεια του τοκετού. Παρ’ όλα αυτά πιο πρόσφατη προοπτική μελέτη σε μεγάλο δείγμα ασθενών με ιστορικό καθ’ έξιν αποβολών δε βρήκε καμία συσχέτιση μεταξύ ασυμπτωματικού αποικισμού από L. Monocytogenes και καθ’ έξιν αποβολών. Η γενική επίπτωση της συμπτωματικής λιστερίωσης και του ασυμπτωματικού αποικισμού του γεννητικού συστήματος κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι χαμηλή κι έτσι οι επιπτώσεις της στην εγκυμοσύνη είναι δύσκολο να εκτιμηθούν. Η χρόνια λοίμωξη με L. monocytogenes η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε επανειλημμένες αποβολές διαγιγνώσκεται συνήθως σε καταστάσεις ανοσοκαταστολής της μητέρας. Λόγω της χαμηλής επίπτωσής της δε συστήνεται ο έλεγχος ρουτίνας για λιστέρια κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή σε ασθενείς με ιστορικό καθ’ έξιν αποβολών.

Ορισμένες μελέτες που βασίστηκαν σε ορολογικές εξετάσεις, μας δίνουν ενδείξεις για συσχέτιση μεταξύ C. trachomatis και καθ’ έξιν αποβολών και ο έλεγχος για χλαμύδια έχει προταθεί ως έλεγχος ρουτίνας σε ασθενείς με ιστορικό καθ’ έξιν αποβολών. Ο μικροβιολογικός έλεγχος για ενδοτραχηλική χλαμυδιακή λοίμωξη απέτυχε να επιβεβαιώσει οποιαδήποτε συσχέτιση με το σύνδρομο των καθ’ έξιν αποβολών. Μια μελέτη υποστήριξε την ιδέα ότι οποιαδήποτε λοίμωξη μπορεί να αποτελέσει αίτιο καθ’ έξιν αποβολών. Σε αυτή τη μελέτη μόνο μια από τις 96 ασθενείς είχε θετικές ορολογικές εξετάσεις για προηγούμενη χλαμυδιακή λοίμωξη. Καμία άλλη λοίμωξη δεν ανιχνεύθηκε παρόλο που η μελέτη δε σχεδιάστηκε ειδικά για να λύσει το πρόβλημα των λοιμώξεων ως αιτία καθ’ έξιν αποβολών.

Το Mycoplasma hominis και Ureaplasma urealyticum ανιχνεύονται πολύ συχνά στο γεννητικό σωλήνα υγιών ασυμπτωματικών γυναικών. Αυτοί οι μικροοργανισμοί ανιχνεύονται συχνότερα σε γυναίκες με ιστορικό καθ’ έξιν αποβολών αλλά η εκρίζωση των μυκοπλασμάτων με αντιβιοτικά δεν βελτίωσε πειστικά το αποτέλεσμα της εγκυμοσύνης. Οι μικροοργανισμοί αυτοί δεν συμπεριφέρονται γενικά ως παθογόνα στο γεννητικό σύστημα της γυναίκας και δεν ξέρουμε γιατί ορισμένες φορές διαδραματίζουν παθογόνο ρόλο. Για παράδειγμα οι περισσότερες γυναίκες με αποικισμό του γεννητικού τους από ουρεάπλασμα δεν έχουν αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση συμπτωματικής ουρεαπλασματικής ουρηθρίτιδας αλλά μερικές φορές προκύπτουν τέτοιες περιπτώσεις. Δεδομένης της απουσίας αιτιολογικής συσχέτισης με το σύνδρομο των καθ’ έξιν αποβολών οι μυκοπλασματικές και ουρεαπλασματικές καλλιέργειες δε θεωρούνται χρήσιμες για την τυπική ασθενή με ιστορικό καθ’ έξιν αποβολών.

Μη θεραπευθείσα σύφιλη και νόσος του Lyme

Το treponema pallidum είναι γνωστός αιτιολογικός παράγοντας για πρόωρες γέννες και αποβολές δευτέρου τριμήνου. Ο ακριβής χρόνος του εμβρυϊκού θανάτου έχει σχέση με την ωρίμανση του ανοσολογικού συστήματος στις 20 περίπου εβδομάδες της κύησης. Πριν απ’ αυτό το στάδιο της εμβρυϊκής ανάπτυξης δεν παρατηρούνται αποβολές πιθανώς λόγω του ότι η παρουσία του μικροοργανισμού στο έμβρυο δεν προκαλεί φλεγμονώδη αντίδραση. Παρόλο που η σύφιλη παρουσιάζει αυξημένη επίπτωση σε κάποιους πληθυσμούς είναι απίθανο η σύφιλις να συμβάλλει ουσιωδώς στο γενικότερο πρόβλημα των καθ’ εξιν αποβολών. Γενικά όλες οι έγκυες γυναίκες ελέγχονται για σύφιλη στα πλαίσια γενικού προσυμπτωματικού ελέγχου, ώστε οι γυναίκες με επανειλημμένες αποβολές θα έχουν κάνει πολλές εξετάσεις για σύφιλη.

Παρομοίως μόλυνση της μητέρας από τη νόσο του Lyme μπορεί να επιφέρει τη λοίμωξη του εμβρύου και να οδηγήσει σε γέννηση θνησιγενούς εμβρύου. Θεωρητικά μπορεί να είναι παράγοντας κινδύνου για επανειλημμένες αποβολές δευτέρου τριμήνου, παρότι αυτό δεν έχει περιγραφεί ως ξεχωριστό κομμάτι της νόσου αυτής στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Μόνο το 60-75% των ασθενών με νόσο του Lyme είναι συμπτωματικοί, οπότε πολλές περιπτώσεις παραμένουν αδιάγνωστες. Πρώιμα σημεία είναι ένα μικρό παροδικό ερύθημα (erythema migrans) σε συνδυασμό με γριππώδη συνδρομή. Καρδιακή ή νευρολογική νόσος αναπτύσσεται σε ορισμένους ασθενείς μέσα σε λίγες εβδομάδες. Αργότερα κατά την πορεία της νόσου μπορεί να αναπτυχθεί αρθρίτιδα των μεγάλων αρθρώσεων. Θα ήταν λογικό να διενεργείται ορολογικός έλεγχος για Borrelia burgdorferi σε υπογόνιμες ασθενείς με το ανάλογο ιστορικό, όμως η απουσία δημοσιευμένων περιπτώσεων υποδεικνύουν ότι η νόσος του Lyme δεν αποτελεί αίτιο για τις επανειλημμένες αποβολές.

Ιογενείς λοιμώξεις

Ορισμένοι μόνο από τους λίγους τεκμηριωμένα εμβρυοτοξικούς ιούς μπορούν να αναπτύξουν χρόνια λοίμωξη στη μητέρα. Ο ιός του απλού έρπητα (HSV) και ο κυτταρομεγαλοϊός (CMV) είναι τα δύο που έχουν μελετηθεί ως πιθανά αίτια επανειλημμένων αυτόματων αποβολών (ΕΑΑ). Δεν υπάρχει καμιά ξεκάθαρη ένδειξη ότι το CMV σχετίζεται με ΕΑΑ, παρότι έχει προταθεί ως πιθανός παράγοντας που προκαλεί κοινές αυτόματες αποβολές. Ο Stango έλεγξε 3712 γυναίκες για CMV και βρήκε 21 περιπτώσεις πρωτομόλυνσης με το CMV στην διάρκεια της κύησης. Μόνο τα 11 από τα 21 νεογνά είχαν μολυνθεί με το CMV, ενώ δεν αναφέρθηκαν αυτόματες αποβολές στην ομάδα αυτή. Η πρωτομόλυνση με HSV έχει συσχετισθεί με αυτόματες αποβολές, ενώ η χρόνια HSV είναι πιθανό αίτιο ΕΑΑ. Ο κίνδυνος in utero μετάδοσης του HSV από χρόνια υποτροπιάζουσα λοίμωξη της μητέρας είναι μικρός, περίπου 1/200,000 κυήσεις. Έτσι μπορούμε να συμπεράνουμε ότι καθ’ έξιν αποβολές οφειλόμενες στον HSV εμφανίζονται πολύ σπάνια στον γενικό πληθυσμό. Καθώς δεν υπάρχει καμία αξιόπιστη θεραπεία για αυτές τις χρόνιες υποτροπιάζουσες ιογενείς λοιμώξεις στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, πρακτικά δεν υπάρχει λόγος για έλεγχο των ιών αυτών σε ασυμπτωματικές γυναίκες με ΕΑΑ.

Ελονοσία και άλλες πρωτοζωικές λοιμώξεις

Η ελονοσία στη διάρκεια της κύησης σχετίζεται με αυτόματες αποβολές, θνησιγενή έμβρυα, μειωμένο βάρος γέννησης και προωρότητα. Η μόλυνση του πλακούντα με το πλασμώδιο πιθανώς έχει ως αποτέλεσμα την ανεπάρκεια του πλακούντα. Συγκεκριμένα αυτή προκαλείται όταν το P. falciparum πολλαπλασιάζεται στο χώρο μεταξύ των χοριακών λαχνών και προκαλεί συμφόρηση. Επιπλοκή με θνησιγενές έμβρυο ή αυτόματη αποβολή επισυμβαίνει σε γυναίκες που είναι ανοσοανεπαρκείς, ή αντίθετα σε γυναίκες με εκσεσημασμένη ανοσολογική αντίδραση που πυροδοτεί έντονη φλεγμονώδη αντίδραση του πλακούντα. Ο Torpin συνδύασε το 66% των εμβρυϊκών θανάτων σε γυναίκες που η εγκυμοσύνη τους είχε επιπλακεί από P. falciparum με υψηλού βαθμού ανοσία. Η συμφόρηση του κυήματος είναι λιγότερο πιθανή σε γυναίκες με μέτρια ανοσιακή απάντηση. Έλεγχος για ελονοσία σε γυναίκες με ΕΑΑ μπορεί να έχει θέση σε περιοχές όπου η νόσος ενδημεί και σε συμπτωματικούς ασθενείς που έχουν επισκεφθεί τέτοιες περιοχές.

Πρωτοπαθής λοίμωξη με τοξόπλασμα μπορεί να προκαλέσει θάνατο του εμβρύου και αποβολή, παρότι ο κίνδυνος είναι μάλλον μικρότερος του 5% άν η πρωτομόλυνση γίνει στο πρώτο τρίμηνο. Επαναλαμβανόμενες μολύνσεις του εμβρύου σε επόμενες κυήσεις είναι απίθανη, εκτός εάν η μητέρα αναπτύξει χρόνια παρασιταιμία. Επίμονη παρασιταιμία που διαρκεί πάνω από 1 χρόνο έχει αναφερθεί, είναι όμως σπάνια και μόνο σε περιπτώσεις ανοσοκαταστολής. Επιβεβαιώνοντας αυτή την παρατήρηση έχουν αναφερθεί περιπτώσεις συγγενούς τοξοπλάσμωσης σε διαδοχικές κυήσεις. Η τοξοπλάσμωση πρέπει να θεωρηθεί σπάνιο και όμως πιθανό αίτιο ΕΑΑ. Θεωρητικά ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς. Έλεγχος ρουτίνας για αντισώματα τοξοπλάσμωσης σε γυναίκες με ΕΑΑ δεν έχει εγκριθεί.

Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας και επακόλουθες ευκαιριακές λοιμώξεις

Προσεκτική ανάλυση ασυμπτωματικών γυναικών που είναι θετικές για τον HIV σε αναπαραγωγικές ηλικίες δεν φανερώνει αύξηση του κινδύνου για αυτόματες αποβολές. Οι ευκαιριακές ιογενείς και πρωτοζωικές λοιμώξεις που εμφανίζονται επί AIDS πιθανώς αυξάνουν τον κίνδυνο για αυτόματες αποβολές. Ευκαιριακές λοιμώξεις από CMV, VZV, HSV και τοξόπλασμα πιθανώς οδηγούν σε ενδομήτριο θάνατο, θνησιγενή έμβρυα, ή αυτόματες αποβολές. Έτσι οι ΕΑΑ έχουν θεωρητικά αυξημένη πιθανότητα σε συμπτωματικές ασθενείς με AIDS. Ο έλεγχος για HIV δεν είναι καθιερωμένος για τη διερεύνηση των επανειλημμένων αποβολών.

Στη συνέχεια παρουσιάζονται λεπτομερέστερα οι συσχετίσεις των σημαντικότερων μικροοργανισμών με το σύνδρομο των καθ’ έξιν αποβολών.

Β’ Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών
Αρεταίειο Νοσοκομείο
Διευθυντής: Καθηγητής Γ. Κ. Κρεατσάς
Συντονιστής : Σπ. Δενδρινός, Αναπληρωτής Καθηγητής
Αθήνα, Νοέμβριος 2005

Πνευματικά δικαιώματα © 2008 - Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών - Πιλοτική εφαρμογή - Ανάληψη ευθυνών
Επιστροφή στην αρχική σελίδα  -  Επικοινωνία


Σας παρακαλούμε να απαντήσετε στο απλό ερώτημα "Θα συνιστούσατε στους φίλους σας και στους γνωστούς σας να επισκεφτούν την Πύλη και να διαβάσουν το συγκεκριμένο κείμενο;" Η απλή αυτή ερώτηση (Business Week, Lanuary 20, 2006 - quoting a Harvard Business Review article) μπορεί να καταδείξει την απήχηση της συγκεκριμένης ιστοσελίδας, σχετικά με το αν επιτελεί το έργο για το οποίο έχει σχεδιαστεί. Βαθμολογήστε στην κλίμακα από 0 εώς 10. Η βαθμολογία σας θα καταχωρηθεί αυτομάτως.